7 minutes
Μουσικοί Περίπατοι
Δεν γράφω συχνά για τα μουσικά μου ακούσματα, παρόλο που αντικατοπτρίζουν σε μεγάλο βαθμό τον χαρακτήρα και τα βιώματά μου. Η μουσική είχε πάντοτε σημαίνοντα ρόλο στη ζωή μου, με αφετηρία την καρέκλα μπροστά από το πικάπ του πατέρα μου, με τους πολλούς δίσκους βινυλίου, κυρίως των μεγάλων Ελλήνων συνθετών και τραγουδιστών της Ελλάδας της μεταπολίτευσης, καθώς και τους μουσικούς περιπάτους με τους γονείς μου στο μεταχειρισμένο Mazda 323 που ήταν πάντα γεμάτο κασέτες. Ακούσματα συμβατά με μια αριστερή προσέγγιση των πραγμάτων, σε ένα έντονα πολιτικοποιημένο σπίτι γεμάτο από μουσική, βιβλία και εφημερίδες. Εγώ να ακούω ξανά και ξανά τους ίδιους δίσκους, περήφανος που είχα αποστηθίσει τους στίχους των μεγάλων ποιητών που μελοποίησαν οι τρεις κορυφαίοι Έλληνες συνθέτες και τραγούδησαν οι κορυφαίοι της εποχής, Νταλάρας, Παπακωνσταντίνου, Μπιθικώτσης, Φαραντούρη, Αλεξίου, Αρβανιτάκη και άλλοι. Έχω επίσης όμορφες αναμνήσεις από το δισκάδικο εκεί που βρίσκεται τώρα το Silver Star στη Λευκωσία, All Records ήταν η ονομασία του αν δεν κάνω λάθος, όπου περνούσαμε ώρες με τον πατέρα μου γυρεύοντας τον επόμενο δίσκο, βάζοντας παραγγελίες για “εισαγωγή” καινούργιων album, όπως αυτά διαφημίζονταν στις ελληνικές κυριακάτικες εφημερίδες της εποχής. Ο δίσκος “Στου Αιώνα την Παράγκα”, με στίχους του Άλκη Αλκαίου και μουσική του Μικρούτσικου, ερμηνευμένος από τον Δημήτρη Μητροπάνο, παραμένει ο αγαπημένος μου εκείνης της εποχής, με το κάθε τραγούδι του να είναι καλύτερο από το άλλο. Επίσης, η Χαρούλα Αλεξίου να τραγουδά “κι εσύ Ελένη και καθ' Ελένη / της επαρχίας, της Αθήνας κοιμωμένη / η ζωή σου, να το ξέρεις, είναι επικηρυγμένη / να πεθαίνεις για την Ελλάδα είναι άλλο / κι άλλο εκείνη να σε πεθαίνει” είναι ακόμα συγκλονιστική. Άλλος αγαπημένος του καιρού εκείνου είναι και ο Λουκιανός Κηλαηδόνης, με αποκορύφωμα για ‘μένα το τραγούδι του “Ο Μικρός Ήρως”, έχοντας ήδη διαβάσει τα ομότιτλα κόμικς που είχε φυλαγμένα σε κάτι ψηλά ράφια ο πατέρας μου.
Σιγά-σιγά ήρθαν στη ζωή μας και τα CD, με το πρώτο CD που αγοράσαμε να είναι το “Καφενείον η Ελπίς” της Μαργαρίτας Ζορμπαλά, η οποία είναι και η αγαπημένη μου Ελληνίδα ερμηνεύτρια. Περισσότερο ακόμα και από τη Χαρούλα Αλεξίου, της οποίας τα τραγούδια πάντα μου γεννούν μια γλυκιά νοσταλγία. Όπως όλοι οι έφηβοι του καιρού εκείνου, εντρύφησα επίσης στους “έντεχνους” της εποχής, αν και ποτέ δεν ένιωσα άνετα να χρησιμοποιήσω αυτή την ταμπέλα. Θυμάμαι υπέροχα βράδια στο τότε Εναλλάξ και μετέπειτα στην Αυλαία, να πίνουμε τα πρώτα μας ποτά και να ακούμε εξαιρετικές ερμηνείες από τους Δημήτρη Μακρή και Τεύκρο Νεοκλέους, συνοδευόμενοι από έναν κορυφαίο κύπριο κιθαριστή του οποίου το όνομα μου διαφεύγει. Ήταν εκείνο τον καιρό που απέκτησα και το πρώτο μου φορητό CD player, και έτσι είχα την ευκαιρία να ακούω τις μουσικές μου παντού, κυρίως στις δύο ώρες που ήμουν στο λεωφορείο από και προς το σχολείο. Θυμάμαι να ακούω ξανά και ξανά, πέραν από τους έντεχνους της εποχής, τον δίσκο του Άσιμου, “Το Φανάρι του Διογένη”, με αποκορύφωμα το ντουέτο με τη Σωτηρία Λεονάρδου που τραγουδούσε “εγώ με τις ιδέες μου / κι εσείς με τα λεφτά σας, / νομίζω πως τα θέλετε μονά ζυγά δικά σας, / δε θέλω την κουβέντα σας / ούτε τη γνωριμιά σας”.
Στο μεταξύ, για χρόνια παρακολουθούσα μαθήματα κλασσικής κιθάρας, και έτσι δεν μπορούσα παρά να λατρέψω τον Νότη Μαυρουδή, του οποίου τον πρόσφατο χαμό θρήνησα ωσάν να έχασα δικό μου άνθρωπο, γεγονός που δεν κρύβω ότι μου προκάλεσε έκπληξη. Η δισκογραφική συλλογή του Μαυρουδή, Cafe del’ Art, μαζί με τον μαθητή του, τον Παναγιώτη Μάργαρη, αποτελούν σημείο κατατεθέν για την ελληνική δισκογραφία. Οι διασκευές του για δυο κιθάρες, τόσο διεθνών κομματιών όσο και μουσικών του Θεοδωράκη και Χατζιδάκι, καθώς και οι ερμηνείες της Αρλέτας, Βιτάλη, Μητσιά και Τσανακλίδου, ήταν εκπληκτικές. Λατρεύω την υπέροχη Ελένη Βιτάλη να τραγουδά “ίσως φταίνε τα φεγγάρια που ‘μαι τόσο μοναχή / νιώθω πως γερνώ τα βράδια και χρωστάω στη ζωή / ίσως φταίνε τα φεγγάρια και πολλοί με λεν’ τρελή / που όλο ψάχνω στα σκοτάδια μήπως κάτι και συμβεί / ίσως φταίνε τα φεγγάρια ίσως πάλι φταις κι εσύ”.
Πέρασαν τα χρόνια και βρέθηκα στρατό, όπου είχα την ευτυχία να γνωρίσω τον Γιάννη, ο οποίος ήταν κάποια χρόνια μεγαλύτερος μου όντας βέρος ελληνοκύπριος (με ένα γονέα Έλληνα και έναν Κύπριο), έχοντας ήδη σπουδάσει στην Ελλάδα. Ο Γιάννης ήταν και παραμένει λάτρης της jazz μουσικής, με την πεποίθηση ότι πρέπει να ακούμε ολόκληρους δίσκους και όχι αποσπασματικά κομμάτια. Ο Γιάννης με μύησε στους “κλασικούς” της jazz, στις υποκατηγορίες της, αλλά και στη σχετική ελληνική σκηνή. Πήρε χρόνο στο αυτί μου να εξοικειωθεί με τα ακούσματα του Γιάννη και να μάθει, μετέπειτα, να τα απολαμβάνει.
Ύστερα ήρθε το πανεπιστήμιο. Εκεί ανακάλυψα και πιο “μοντέρνους” τραγουδοποιούς, με αποκορύφωμα τον Θανάση Παπακωνσταντίνου. Θυμάμαι να βρίσκομαι στο Λονδίνο και να περπατώ στα χιονισμένα πάρκα που άχνιζαν, ακούγοντας τον Θανάση να τραγουδά “κοιτάς απ' το παράθυρο, καπνίζουν τα πηγάδια / χιόνι και ανάψαν τη φωτιά στον κάτω κόσμο…” Άλλος αγαπημένος της εποχής εκείνης, αν και με διαφορετικό ύφος, ήταν ο Φοίβος Δεληβοριάς, του οποίου τα τραγούδια με συγκινούν όσες φορές κι αν τα ακούσω. Τότε ήταν που αφιέρωσα και περισσότερο χρόνο στο λαϊκό τραγούδι, έχοντας κατεβάσει μια συλλογή με τα άπαντα του Τσιτσάνη, που αποτέλεσε την αφετηρία για περαιτέρω ακούσματα, περιλαμβανομένων των Βαμβακάρη, Χιώτη, Πάνου και άλλους. Ακόμα μου σηκώνεται η τρίχα στο άκουσμα της “Αχάριστης” του Τσιτσάνη.
Την περίοδο του διδακτορικού, όταν είχαμε αποκτήσει και κάποια οικονομική αυτονομία, αρχίσαμε να εξερευνούμε τις διάφορες μουσικές επιλογές της Αγγλίας, από κοντσέρτα, μέχρι όπερες και μιούζικαλ. Σύντομα κατάλαβα ότι απολάμβανα ιδιαίτερα τα κοντσέρτα για βιολί. Στην Αγγλία τότε υπήρχε η επιλογή να απολαύσει κάποιος σπουδαίους σολίστες, όπως η Nicola Benedetti και ο Joshua Bell, με προσιτές, για δύο φοιτητές, τιμές. Έκτοτε, ακούω ξανά και ξανά τα πιο δημοφιλή κοντσέρτα για βιολί από διάφορους σολίστες, με αγαπημένους τους Jasha Heifetz και Itzhak Perlman, αλλά και τους David Oistrakh, Hilary Hahn, την αγαπημένη Janine Jansen, την Anne-Sophie Mutter, τον Maxim Vengerov και πολλούς άλλους. Η κλασική μουσική αποτέλεσε για μένα αποκάλυψη, την αφετηρία για ένα μουσικό ταξίδι στο χρόνο, με την ευκαιρία να ακούσω διαφορετικές ερμηνείες των ίδιων κομματιών από διαφορετικά άτομα, ταξιδεύοντας στη Σοβιετική Ρωσία, την Αμερική, και την ακμάζουσα πολιτισμικά Ευρώπη των προηγούμενων αιώνων. Πέραν των κλασικών κονσέρτων, τα άλλα δύο αγαπημένα μου κομμάτια είναι η Σονάτα για Βιολί σε Σολ Μινόρε του Ταρτίνι, γνωστή και ως “Devil’s Trill”, καθώς και η εκτέλεση του Caprice No. 24 του Paganini από τον Heifetz.
Καθώς περνούν τα χρόνια, νιώθω ότι έχω κατασταλάξει μουσικά, γεγονός που δεν με ευχαριστεί καθόλου, καθώς αντικατοπτρίζει μια συντήρηση που χρειάζεται υπέρβαση. Ως εκ τούτου, προσπαθώ να εξερευνήσω και πιο μοντέρνα ακούσματα όπως τους Social Waste που μου έμαθε ο μικρός μου αδερφός, τον Killah P που δολοφόνησαν οι σιχαμένοι ναζί, τους Χατζηφραγκέτα, καθώς και Σπύρο Γραμμένο, Δημήτρη Μητσοτάκη, Νεφέλη Ρασούλη, Μάρω Μαρκέλλου, Μιρέλα Πάχου, τις Σκιαδαρέσες, τον Polkar και άλλους των οποίων τις μουσικές απολαμβάνω. Προσπάθησα να ακούσω και λίγη τραπ, αλλά χωρίς επιτυχία.
Τα μουσικά μου ακούσματα έχουν μεγάλα κενά. Δεν μπορώ για παράδειγμα να αριθμήσω πάνω από ένα τραγούδι του Michael Jackson, και ούτε μπορώ να αναγνωρίσω στο δρόμο την Taylor Swift, τον Drake και τους διάφορους που βρίσκονται στα charts. Μόνο τη Lady Gaga ακούω από καιρό σε καιρό. Δεν έχω επίσης ακούσει αρκετή ροκ και metal μουσική, πέραν λίγων κομματιών των Doors, Black Sabbath, Guns N' Roses, Hendrix, Clapton, Pink Floyd και τα ακουστικά των Nirvana. Για να καταλάβετε πόσα πολλά κενά έχω, την ιδιοφυία που ονομάζεται David Bowie την ανακάλυψα αφότου ο καλλιτέχνης αποχώρησε από τα εγκόσμια.
Πολλές φορές αστειεύομαι ότι αν δει κάποιος τη λίστα με τα ακούσματά μου στο Spotify, θα νομίσει ότι έχω πολλαπλές προσωπικότητες. Όμως κι αυτό αντικατοπτρίζει τον χαρακτήρα μου, την πολιτική μου αφετηρία και μετεξέλιξη, την περιέργειά μου, καθώς και την έμφυτη ανάγκη μου να βιώσω καινούργιες εμπειρίες. Υπάρχει και μια γερή δόση ξεροκεφαλιάς, επιμονής στα γνωστά, καθώς και εμμονικών τάσεων, όπου υποσυνείδητα προσπαθώ να αντλήσω τη μέγιστη πιθανή απόλαυση απ' ότι μου προκαλεί ευχαρίστηση. Ελπίζω να σας άρεσε η σημερινή μουσική περιδιάβαση, και να στείλετε και τις δικές σας μουσικές επιρροές.