Η Μεγάλη Βδομάδα είναι για μένα νοσταλγική. Είναι συνυφασμένη με τις δυο μου Νοννές που έρχονταν όταν ήμουν μικρός και πηγαίναμε να θαυμάσουμε τους στολισμένους επιτάφιους της Λευκωσίας. Θυμάμαι που πηγαίναμε με τον μακαρίτη τον παππού τον Γιώρκο, τον άνθρωπο που για μένα ήταν η επιτομή της ανιδιοτελούς αγάπης, στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στην Αγλαντζιά, μαζί με τον Τατά και τα καλαδέρφια μου, και θαυμάζαμε τις Νοννές που τραγουδούσαν στη χορωδία του Δήμου Αγλαντζιάς. Όμορφα, ξέγνοιαστα χρόνια, και εγώ αποδέκτης στοργής που προκαλούσε ασφάλεια. Μετά, ερχόταν το Σάββατο, όπου με ενθουσιασμό εμείς οι μικροί ρίχναμε στη λαμπρατζιά τα βραχιολάκια που φοράγαμε - τους μάρτηδες - που μας έπλεκε η γιαγιά η Ερασμιά. Ανάβαμε αστεράκια με ευχαρίστηση, βλέποντας τους μεγάλους να αγκαλιάζονται και φιλιούνται στο δημοτικό δίπλα από την εκκλησία, τότε που η Αγλαντζιά ήταν ουσιαστικά ένα μεγάλο χωριό όπου οι «παλιοί» ήξεραν ο ένας τον άλλο. Ένας χώρος όπου βρίσκονταν οι γενιές και αντάλλασσαν ευχές αγάπης. Μετά, οδεύαμε προς στο σπίτι της γιαγιάς της Ειρηνιάς, όπου μας περίμενε με έτοιμη τη σούπα ως όφειλε το έθιμο, με εμάς τους μικρούς να περιγράφουμε με ενθουσιασμό την εμπειρία της λαμπρατζιάς, μιας φωτιάς που έκαιγε το κακό, που επέτρεπε στο καλό να θριαμβεύσει. Εύχομαι να περάσετε όμορφα αυτές τις μέρες μ’ αυτούς που αγαπάτε.