Ορθά η κυβέρνηση έλαβε μέτρα με σκοπό τη μείωση της εξάπλωσης του ιού COVID-19. Είναι σημαντικό να “αγοράσουμε” χρόνο με τον εγκλεισμό μας ούτως ώστε να μπορέσει το σύστημα υγείας να εξυπηρετήσει άτομα που χρήζουν νοσηλείας ή πόσο μάλλον εντατική θεραπεία. Παρόλα αυτά, κάποια από τα μέτρα έχουν υπερβεί τα εσκαμμένα. Σήμερα θα αναφερθώ στους περιορισμούς της σωματικής άσκησης και ιδιαίτερα της ποδηλασίας.

Βάσει του διατάγματος της κυβέρνησης, η κατ’ εξαίρεση μετακίνηση επιτρέπεται μόλις μια φορά την ημέρα, περιλαμβανομένου και του σκοπού σωματικής άσκησης. Η όποια σωματική άσκηση επιτρέπεται μόνο εάν λαμβάνει χώρα σε περιοχές “γειτνιάζουσες με την κατοικία” και μόνο για “εύλογο χρονικό διάστημα”, ορισμοί που εξαρτώνται και μεταβάλλονται αναλόγως του αθλήματος και της φυσικής κατάστασης του αθλητή, και οι οποίοι άρα χρήζουν ερμηνείας. Παρόλα αυτά, το κράτος, ως η αρμόδια αρχή, αποφεύγει να δώσει την απαιτούμενη ερμηνεία και αντί αυτού επαφίεται στην κρίση των εκάστοτε αστυνομικών ή στρατιωτικών οι οποίοι καλούνται να αποφασίσουν κατά πόσο θα εκδώσουν ή όχι εξώδικο πρόστιμο τριακοσίων ευρώ σε μια περίοδο που πολλοί συνάνθρωποί μας έχουν μείνει χωρίς εισoδήματα. Η ασάφεια των κυβερνητικών οδηγιών δημιουργεί αβεβαιότητα με αποτέλεσμα πολλοί να έχουν σταματήσει να αθλούνται ή να έχουν περιορίσει την καθιερωμένη άσκηση τους.

Παράλληλα, ακόμη ένας ανασταλτικός παράγοντας που ωθεί τον κόσμο μακριά από την άθληση είναι ο περιορισμός στον αριθμό των κατ’ εξαίρεση διακινήσεων. Για παράδειγμα, οι πολίτες καλούνται να επιλέξουν μεταξύ του να επισκεφθούν την υπεραγορά για να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα για τη σίτιση της οικογένειάς τους με το να πάνε για τροχάδι ή ποδηλασία. Ουσιαστικά, η διατύπωση της κατ’ εξαίρεσης άδειας με σκοπό τη σωματική άσκηση έχει γίνει με τέτοιο τρόπο που στην πραγματικότητα την απαγορεύει (ή τη θέτει σε δεύτερη μοίρα), ιδίως για αθλήματα όπως η ποδηλασία δρόμου η οποία δεν μπορεί να ολοκληρωθεί σε ένα μισάωρο εντός της γειτονιάς.

“Γιατί χρειάζεται να ασκούμαστε δεδομένου ότι όλοι έχουν περιοριστεί σπίτι;” ρωτούν διάφοροι συμπολίτες μας που τείνουν να έχουν καθιστική ζωή. Οι λόγοι πολλοί, θα επικεντρωθώ όμως σε έναν, κατ’ εμένα τον πιο σημαντικό. Πολλοί γυμνάζονται σε καθημερινή βάση για να διατηρήσουν τη ψυχική τους υγεία. Πέραν του ότι γενικότερα η άσκηση βοηθά την ψυχολογία των αθλούμενων, μια σημαντική μερίδα χρησιμοποιεί συνειδητά την συστηματική σωματική άσκηση με σκοπό την διαχείριση και τιθάσευση αρνητικών συναισθημάτων. Όπου ουσιαστικά η άσκηση έχει αντικαταθλιπτική μορφή.

Δεδομένου ότι η άσκηση έχει υπαρξιακή αξία για πολλούς αθλούμενους, το αποτέλεσμα είναι μια μεγάλη μερίδα κόσμου να προσπαθεί να αθληθεί εντός των παραμέτρων που έχουν θέσει οι κυβερνητικοί περιορισμοί. Το αποτέλεσμα είναι οι αθλούμενοι, στην προσπάθεια τους να συμμορφωθούν με τις σχετικές οδηγίες, να διατρέχουν επιπλέον κίνδυνο τραυματισμού, ουσιαστικά ακυρώνοντας τους λόγους των περιορισμών καθώς εκτίθενται σε επιπλέον ρίσκο. Βλέπουμε, δηλαδή, μια πολιτική απόφαση που εν δυνάμει έχει τα αντίθετα αποτελέσματα του αρχικού της στόχου.

Ας πάρουμε ως παράδειγμα την ποδηλασία δρόμου, για την οποία μπορώ να μιλήσω βάσει της προσωπικής μου εμπειρίας. Κάθε πρωί λίγο μετά το ξημέρωμα ανεβαίνω στο ποδήλατό μου και γυμνάζομαι για περίπου ενάμιση ώρα. Υπό κανονικές συνθήκες, ζώντας στα όρια Στροβόλου-Λακατάμιας, ποδηλατώ εκτός πόλης με κατεύθυνση το Τρόοδος, όπου έχει χωριά με δρόμους χωρίς κίνηση. Η επιλογή της διαδρομής γίνεται αυστηρά με γνώμονα την ελαχιστοποίηση της πιθανότητας ατυχήματος. Με τους περιορισμούς που επέβαλε η κυβέρνηση αναγκάζομαι να κινούμαι εντός του ίδιου τετραγώνου μερικών χιλιομέτρων γύρω από το διαμέρισμα που ζω, μέσα σε αστικές περιοχές που “γειτνιάζουν” δηλαδή με την οικία μου. Αναγκάζομαι, δηλαδή, να ποδηλατώ σε κεντρικές αρτηρίες μαζί με δεκάδες αυτοκίνητα των οποίων οι οδηγοί δε φημίζονται για τις οδηγικές τους ικανότητες ή τον σεβασμό τους σε άλλους χρήστες του δρόμου.

Οι περιορισμοί στους οποίους υπόκεινται οι ποδηλάτες είναι παράλογοι. Όταν κάποιος πάει ποδηλασία μόνος του έχει μηδαμινές πιθανότητες διασποράς του ιού. Οι περιορισμοί το μόνο που επιτυγχάνουν είναι τη μεγιστοποίηση του ρίσκου ατυχήματος και άρα της ανάγκης νοσηλείας σε ένα σύστημα που έχει αφεθεί χωρίς επαρκή στελέχωση και εξοπλισμό. Λυπάμαι, επίσης, να παρατηρήσω, ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της Κυπριακής Ομοσπονδίας Ποδηλασίας, που στελεχώνεται από άτομα τα οποία δεν γνωρίζω και άρα δεν έχω οτιδήποτε προσωπικό μαζί τους (αντιθέτως, έχουμε το ίδιο χόμπυ/πάθος), αντί να θέσει τις ιδιαιτερότητες του αθλήματος υπόψη των κυβερνώντων, εξηγώντας τον επιπλέον κίνδυνο που διατρέχουμε, αποφάσισε να αποδεχτεί παθητικά τους περιορισμούς, εκδίδοντας μάλιστα και σχετική ανακοίνωση.

Δεν χρεώνω με κακές προθέσεις τους κυβερνώντες . Όλοι θέλουμε να ξεπεράσουμε τον εφιάλτη που βιώνουμε, κάνοντας ο καθένας ό,τι θεωρεί καλύτερο. Δεν μπορούμε όμως να παραβλέψουμε ότι οι περιορισμοί στην άσκηση είναι προϊόν άγνοιας ή προχειρότητας, προφανώς χωρίς επαρκή εξέταση των συνεπειών. Όπως ορθά είπε ο Υπουργός Υγείας, λάθη γίνονται και θα γίνουν. Λογικό, δεδομένου ότι ζούμε πρωτόγνωρες καταστάσεις. Έχοντας, λοιπόν, υποδείξει το λάθος, ελπίζω ότι οι κυβερνώντες θα προβούν στα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα, ούτως ώστε να προστατεύσουμε τους αθλητές, τις οικογένειές τους και την κοινωνία, χωρίς καμία αχρείαστη επιβάρυνση στο σύστημα υγείας.