2 minutes
Γκρεμισμένα Σπίτια
Μια από τις πιο ευχάριστες αναμνήσεις που έχω από την παιδική μου ηλικία, είναι στο παλιό mazda του πατέρα, να οδηγούμε κατά τις οκτώ το βράδυ. Στο αυτοκίνητο η μάμμα, που μόλις σχόλασε από τον Αμερικάνο όπου δούλευε μέχρι αργά, ο παπάς, ο οποίος όντας τραπεζικός υπάλληλος είχε σχολάσει προ πολλού, και εγώ, να κάθομαι στο πίσω κάθισμα, κρατώντας τις μαξιλάρες των μπροστινών καρέκλων, μπαίνοντας σφήνα μεταξύ οδηγού και συνοδηγού. Η αδερφή μου η Ειρήνη ήταν τότε αγέννητη, ή βρέφος. Φεύγαμε λοιπόν από τη δουλειά της μητέρας, καθοδόν προς το σπίτι, πάντα ακούγοντας μουσική. Μεγάλωσα σε ένα σπίτι που άκουγε μουσική, που πήγαινε συναυλίες, που είχε βιβλιοθήκες γεμάτες. Μια από τις πιο οικείες αναμνήσεις μου, θέλει τους τρεις μας να ακούμε το τραγούδι “γκρεμισμένα σπίτια” του Χατζή στο μεταχειρισμένο mazda 323 και να τραγουδάμε φάλτσα “γκρεμισμένα σπίτια μέσα στο σκοτάδι, έτσι είν’ η ζωή μας μεσημέρι βράδυ.” Κάποτε ο πατέρας σφυρούσε με τη χαρακτηριστική χροιά του στο ρυθμό του τραγουδιού, ενώ εγώ κι η μάνα μου τραγουδούσαμε “μη ζητάς κορίτσι μου ένα κορδελάκι, από τα ερείπια κτίζω ένα σπιτάκι.” Τότε ήταν ίσως η πιο ευτυχισμένη περίοδος της ζωής μου. Ένοιωθα ασφάλεια, ελευθερία και αγάπη, τα τρία συστατικά της ευτυχίας ενσωματωμένα σε ένα ρεφρέν, σε μια οικογένεια που για τα λίγα λεπτά του τραγουδιού γινόταν ένα, μέσα σε ένα παλιό mazda 323.
Κοντά εικοσιπέντε χρόνια μετά, κάθε φορά που είμαι λυπημένος, αλιεύω αναμνήσεις από τα παιδικά μου χρόνια, και τραγουδώ το “Γκρεμισμένα Σπίτια.” Μερικές φορές μάλιστα, το σφυρίζω δειλά, χωρίς δυστυχώς τη μελοδικότητα του σφυρίγματος του πατέρα.
Ένα τόσο λυπητερό τραγούδι μου προκαλεί ευφορία, καθώς είναι συνυφασμένο με το αίσθημα ασφάλειας και ευτυχίας που χαρακτηρίζει τα προεφηβικά μου χρόνια. Τραγουδώντας όμως τους στίχους αντιλαμβάνομαι το νόημα τους και κατσουφιάζω. Κανείς δεν σφυρίζει πια, και τα γκρεμισμένα σπίτια, ένα τραγούδι από τα πολλά στο ρεπερτόριο των φερέλπιδων αριστερών της εποχής, αποτελεί πλέον πραγματικότητα. Βρισκόμαστε προ ερειπίων, χωρίς όμως πρόθεση ή προοπτική ανοικοδόμησης. Κανείς πλέον δεν σφυρίζει. Λείπει η απαιτούμενη ανεμελιά. Τώρα φόβος και δουλοπρέπεια. Και θυσίες για αόριστες πατρίδες και συγκεκριμένους δικαιούχους. Και τεχνοκράτες στις τηλεοράσεις να μιλάνε για εξόδους από μνημόνια, την ώρα που γκρεμίζονται τα σπίτια. Με προτοφανή αδιαφορία για τις ατομικές ιστορίες, για προσωπικά δράματα, για τον άνθρωπο μετά τους αριθμούς.
Γκρεμισμένα σπίτια μέσα στο σκοτάδι,
έτσι είν’ η ζωή μας μεσημέρι βράδυ.
Μη ζητάς, κορίτσι μου, ένα κορδελάκι
από τα ερείπια φτιάχνω ένα σπιτάκι.