Υπάρχει ένας συγκεκριμένος τύπος ανθρώπων, οπαδών της μη λύσης και της διατήρησης του status quo, που αρέσκονται στην αυτοθυματοποίηση, παρόλο που αποτελούν την πλειοψηφία και παρόλο που μονοπωλούν τη δημόσια σφαίρα. Πως γίνεται, διερωτώνται, να κατηγορούνται από τους πολιτικούς τους αντιπάλους ότι δεν θέλουν λύση; Ισχυρίζονται ότι η κατηγορία αυτή δίδει πολιτικά εφόδια στην Τουρκία, η οποία παρουσιάζεται ως υπέρμαχος της λύσης στο πλαίσιο της τεχνητής αισιοδοξίας που έχει δημιουργηθεί. Μάλιστα, ένας από τους θιασώτες της μη λύσης, μια γηραιά τηλεπερσόνα σε καθεστωτικό ιδιωτικό κανάλι, χαρακτήρισε αυτή την κατηγορία ως “μέγα ύβρη”, αντικρούοντας την κατηγορία του απορριπτισμού, λέγοντας ότι πρόκειται περί ειλικρινής ανησυχίας για την επιβίωση του Κυπριακού Ελληνισμού στο νησί.

Η δακρύβρεχτη αυτοθυματοποίηση των ανθρώπων αυτών, χαρακτηρίζεται από δυο αντιδράσεις. Αφενός, απορρίπτουν τις κατηγορίες που τους αποδίδονται ως ύβρεις, μειώνοντας έτσι τον διαλεκτικό τους χαρακτήρα, αποσιωπώντας τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Αφετέρου, προβαίνουν σε εκ νέου υβρεολογίες, χαρακτηρίζοντας τους αντιπάλους τους ως “νεο-Κύπριους” (προσδίδοντας στον χαρακτηρισμό σημειολογία εκφυλισμού) και αποδίδοντας τους αλλότρια κίνητρα τα οποία όμως αρνούνται να υποδείξουν.

Παρατηρώντας λοιπόν την απόλυτη επικράτηση των οπαδών της μη λύσης στη δημόσια σφαίρα, διερωτώμαι κατά πόσο αυτοί εκπροσωπούν την πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων. Είναι άραγε η πλειοψηφία, ή απλά φαίνονται ως το πλειοψηφικό ρεύμα μέσω του παραμορφωτικού φακού των ιδιωτικών τηλεοπτικών καναλιών; Αν ισχύει το πρώτο, αν είναι δηλαδή πλειοψηφικό σύνολο, τότε οφείλουμε να διερωτηθούμε κατά πόσο είναι δόκιμο να επιδιώκουμε λύση που θα προϋποθέτει ειρηνική συμβίωση με τους Τουρκοκυπρίους. Την τελευταία φορά που τα άτομα αυτά αναγκάστηκαν να συνεργαστούν σε επίπεδο εξουσίας με τους Τ/Κ, έκαναν ότι μπορούσαν για να τορπιλίσουν το κοινό κράτος. Έχουμε την πολυτέλεια να περάσουμε ξανά την ίδια διαδικασία;

Σήμερα όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η επιλογή της μη λύσης φαίνεται να μη συμφέρει την οικονομική ελίτ της χώρας. Η Ελληνοκυπριακή πλευρά, η οποία δυστυχώς έχει πάψει να είναι οικονομικά ευημερούσα, λαμβάνει ξεκάθαρα μηνύματα από τη διεθνή κοινότητα, ότι η οικονομική ‘στήριξη’ προϋποθέτει τη μελλοντική λύση ή διευθέτηση του Κυπριακού. Άρα, η πιθανή έλλειψη καλής θέλησης από την πλευρά μας, θα ερμηνευτεί ως αθέτηση της δέσμευσης αυτής.

Ποια είναι η υπεύθυνη επιλογή στην προκειμένη περίπτωση; Αν δεχτούμε ότι οι απορριπτικοί αποτελούν πλειοψηφικό σύνολο, τότε είμαστε αντιμέτωποι με δυο επιλογές. Η πρώτη είναι η επιλογή της διχοτόμησης—να αποδεχτούμε ότι δεν υπάρχει λαϊκή αποδοχή της επανένωσης και να ζητήσουμε ένα βελούδινο διαζύγιο, διαπραγματευόμενοι τη διχοτόμηση με όλα τα αρνητικά που αυτή μπορεί να επιφέρει. Η δεύτερη επιλογή είναι να τους αγνοήσουμε και να επιδιώξουμε την επανένωση του νησιού καταγράφοντας της διαφωνία τους.

Η πρώτη επιλογή—διχοτόμηση—έχει ως πιθανό κόστος τη χρεοκοπία, τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την παραχώρηση των μισών εδαφών της στην Τουρκία, η οποία πλέον θα μοιράζεται κοινό σύνορο με την Ελληνοκυπριακή Δημοκρατία. Προϋποθέτει επίσης την εγκατάλειψη των Τουρκοκυπρίων συμπατριωτών μας στο έλεος της Τουρκίας, καθώς και την εγκατάλειψη των Ελληνοκυπρίων εγκλωβισμένων συμπατριωτών μας, που πιθανότατα θα μετατραπούν σε Τούρκους πολίτες. Επίσης, απαλλάσσει την Τουρκία από τις ευθύνες της και καταργεί τα υποστηρικτικά προς την πλευρά μας ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, τα οποία αποτελούν την παντιέρα του ‘αγώνα’ των Ε/Κ δικηγόρων-πολιτικών για κοντά μισό αιώνα. Η δεύτερη επιλογή—με το ζόρι επανένωση—έχει όλα εκείνα τα πάρα πολλά αρνητικά που είχε το σύνταγμα του 1960. Όταν δεν υπάρχει πολιτική και λαϊκή βούληση για ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία, οι όποιες συνταγματικά κατοχυρωμένες δικλίδες ασφαλείας θα αποτύχουν μπροστά στις εκ των έσω απόπειρες υπονόμευσης του κοινού κράτους.

Μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν και το status quo λειτουργεί εναντίον της Ελληνοκυπριακής πλευράς, άρα δεν αποτελεί βιώσιμη επιλογή. Το μόνο που μένει είναι η διαπίστωση ότι χωρίς την ηθική απονομιμοποίηση των θιασωτών της μη λύσης, δε μπορούμε να ελπίζουμε σε ειρηνική συνύπαρξη. Το θέμα δεν είναι να πείσουμε τους προαγωγούς του status quo, αλλά τους πολίτες που σε μεγάλο βαθμό είναι έρμαια της παραπληροφόρησης των ΜΜΕ, που στην πλειοψηφία τους είναι αρνητικά διακείμενοι απέναντι στο ενδεχόμενο της επανένωσης.

Ο μόνος τρόπος να επιτευχθεί η ηθική απονομιμοποίηση των υποστηρικτών της μη λύσης, είναι μέσω της παιδείας. Παιδεία για μικρούς και μεγάλους. Οι μεγάλοι πρέπει να διδαχθούμε τι εστί ομοσπονδία και ποιες είναι οι συνταγματικές αρχές πάνω στις οποίες βασίζονται τα σύγχρονα κράτη, ούτως ώστε να πάψουμε να διεκδικούμε το παρωχημένο “εθνικό” μοντέλο κράτους-έθνους. Επίσης, ο ρόλος της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης πρέπει να αναβαθμιστεί. Δεν ενδείκνυται το 2014 να χρησιμοποιούμε τα δημοτικά και τα γυμνάσια για σκοπούς εθνικής κατήχησης αντίστοιχης του Ισραήλ. Η συντήρηση εθνικών μύθων, που συντηρεί το αίσθημα εθνικής υπεροχής μέσω της κατασκευής της εικόνας του “άλλου” ως εχθρού, πρέπει να σταματήσει, ούτως ώστε να δώσουμε στους νέους τα εφόδια για κριτική σκέψη και τη δυνατότητα οραματισμού μιας επανενωμένης Κύπρου.