Δημοσιεύτηκε στον Πολίτη, στο Φιλελεύθερο στις 17 Αυγούστου 2015

Τα επιχειρήματα εναντίον της ΔΔΟ ως συνήθως αναπτύσσονται στα πλαίσια του αντιρατσισμού. Οι υπερασπιστές τους ισχυρίζονται ότι είναι ρατσιστικό να υπάρχουν εθνικοί διαχωρισμοί στις κρατικές δομές. Υποστηρίζουν ότι δεν νοείται εθνικές ομάδες να έχουν αποκλειστικά δικαιώματα με γνώμονα μόνο την εθνική τους ταυτότητα. Έχουν δε ιδιαίτερο πρόβλημα με τη διζωνικότητα, αφού ισχυρίζονται ότι με το να δίδονται εδαφικά δικαιώματα στις δυο κοινότητες, περιορίζονται οι ατομικές ελευθερίες των πολιτών.

Τα επιχειρήματα αυτά βασίζονται σε ελλειπείς και λανθασμένες πληροφορίες, καθώς παρανοούν τη φύση των εν λόγω εδαφικών δικαιωμάτων. Οι επικριτές της διζωνικότητας δεν αντιλαμβάνονται ότι η ελευθερία διακίνησης και εγκατάστασης των πολιτών, ανεξαρτήτως εθνικότητας, δεν περιορίζεται, καθώς όλοι οι Κύπριοι θα μπορούν να διακινηθούν και να ζήσουν ελεύθερα στις περιοχές που ελέγχονται από τη μια ή την άλλη εθνική ομάδα. Η μόνη διαφορά είναι ότι θέματα τοπικής αυτοδιοίκησης θα άπτονται των αρμοδιοτήτων της μιας ή της άλλης κοινότητας.

Ας εξετάσουμε όμως τον ακρογονιαίο λίθο της αντίθεσης στη Διζωνική, Δικοινωτική, Ομοσπονδία: το επιχείρημα ότι είναι ρατσιστική.

Οι θιασώτες αυτής της άποψης παραθέτουν δυο επιχειρήματα εναντίον της ΔΔΟ, την οποία παρουσιάζουν ως ρατσιστική: (α) ότι ο Μαντέλα στον αντιρατσιστικό του αγώνα απέρριψε τις ζώνες καθώς θα διαχώριζαν ρατσιστικά τον πληθυσμό, και (β) ότι δεν νοείται εν έτει 2015 να παρέχουμε πρόσβαση σε πολιτικά δικαιώματα βάση εθνικών ταυτοτήτων. Το πρώτο επιχείρημα συγκρίνει ανόμοιες καταστάσεις και ως εκ τούτου είναι λανθασμένο. Το δεύτερο είναι μεν πιο πειστικό, αλλά αγνοεί τις πραγματικότητες και παρουσιάζει μια μη-επιλογή ως την επιδιωκόμενη μορφή (μη-) λύσης.

Ο Μαντέλα απέρριψε τον διαχωρισμό σε ζώνες. Ορθά έπραξε καθώς ήταν ρατσιστικός. Βασιζόταν σε φυλετικές διακρίσεις αποκλείοντας τους μαύρους από τις περιοχές των λευκών. Στην περίπτωση της Κύπρου δεν μιλάμε για τέτοιες παροχυμένες και βιολογικά-ορισμένες ταυτότητες όπως είναι η φυλή, και ως εκ τούτου η σύγκριση με τη Νότια Αφρική είναι άτοπη. Στην Κύπρο, σε αντίθεση με τις ζώνες της Ν. Αφρικής, θα υπάρχουν κοινά πολιτικά δικαιώματα διασφαλισμένα από το κοινό κράτος, και οι εξουσίες που θα έχει η κάθε κοινότητα στις ζώνες που θα ελέγχει, σε καμία περίπτωση δε θα καταπατούν τα ατομικά πολιτικά δικαιώματα των Κύπριων πολιτών.

Η δεύτερη κριτική είναι πιο πειστική. Πως γίνεται εν έτει 2015 να διαχωρίζουμε τις εξουσίες του κράτους και την πρόσβαση σε πολιτικά δικαιώματα με βάση τις εθνικές ταυτότητες; Είναι γεγονός ότι οι εθνικές ταυτότητες είναι παρωχημένες. Οι άνθρωποι πλέον έχουν πρόσβαση σε μεγαλύτερο όγκο πληροφοριών και έρχονται σε επαφή με ιδέες και άτομα έξω και πέραν από τον κύκλο της εθνικής τους ομάδας. Ποια είναι όμως η εναλλακτική που προτείνεται; Η εναλλακτική λύση, η οποία όμως είναι ανέφικτη και άρα δεν αποτελεί επιλογή, είναι να επιδιώξουμε ένα ενιαίο κράτος, όπου όλοι οι πολίτες θα ψηφίζουν από κοινού την πολιτική τους ηγεσία. Δηλαδή να επιστρέψουμε σε ένα κράτος παρόμοιο με εκείνο του 1960, το οποίο αφενώς απέτυχε και αφετέρου δεν υπάρχει περίπτωση να το στηρίξουν οι Τουρκοκύπριοι.

Οι φόβοι και οι ανησυχίες για το άγνωστο της μελλοντικής λύσης είναι λογικές και οφείλουν να συζητηθούν. Η κάθε συζήτηση όμως πρέπει να γίνεται στα πλαίσια του τι ενδέχεται να γίνει αποδεχτό από τις δυο κοινότητες, έντιμα και ρεαλιστικά, χωρίς συγκεκαλυμμένες αντιρρήσεις και ανέλπιδους ευσεβοποθισμούς.