Ο κύριος Δημήτρης Γεωργιάδης (ΔΓ), σε άρθρο του στην εφημερίδα “Πολίτης” 20.01.2014), ισχυρίζεται ότι αγαθά όπως η παιδεία και η υγεία, πρέπει να πάψουν να αντιμετωπίζονται ως δικαιώματα. Γράφει ο κ. Γεωργιάδης απευθυνόμενος στους μαθητές: “αν πράγματι πιστεύετε πως είναι άδικο εσείς να πληρώνετε για την υγεία σας, την παιδεία σας, τη μεταφορά σας… πέστε μου, πώς στο καλό είναι πιο δίκαιο να πληρώνει κάποιος άλλος.”

Στα πλαίσια αυτού του κειμένου, θα εκθέσω εφτά λογικές συνέπειες των συλλογισμών του κ. Γεωργιάδη. Δε θα σχολιάσω τους χαρακτηρισμούς του κατά των συνδικαλιστών και των οργανωμένων μαθητών. Θα περιοριστώ στην ανάλυση των λογικών συνεπειών της άποψής του.

Άποψη ΔΓ: Δικαιώματα έχουν μόνο όσοι συμμετέχουν στην παραγωγή κεφαλαίου. Όσοι δεν συμμετέχουν δεν έχουν δικαιώματα. Ο λόγος που απολαμβάνουν κάποιες υπηρεσίες (όπως σχολεία και νοσοκομεία) άτομα τα οποία δεν συνεισφέρουν στην παραγωγή πλούτου, είναι λόγω της μεγαλοψυχίας των υπολοίπων. Οι μαθητές δεν παράγουν πλούτο, και ως εκ τούτου δεν νομιμοποιούνται να διεκδικούν δωρεάν πρόσβαση σε νοσοκομεία και σχολεία. Ο λόγος που απολαμβάνουν τις υπηρεσίες αυτές είναι επειδή οι γονείς τους παράγουν πλούτο. Οι ίδιοι, ως μη παραγωγικές μονάδες, δεν έχουν λόγο.

Θέση 1: Δικαιώματα έχουν μόνο όσοι συμμετέχουν ενεργά στην παραγωγή πλούτου, άρα όσοι έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Συνέπεια: Για να έχουν δικαιώματα τα παιδιά πρέπει να δουλέψουν. Για να θεωρηθεί λοιπόν η υγεία και η παιδεία ως δικαίωμα των παιδιών, θα πρέπει μάλλον να νομιμοποιήσουμε την παιδική εργασία.

Θέση 2: Εκείνοι που πληρώνουν περισσότερο φόρο έχουν περισσότερα δικαιώματα. Συνέπεια: Αν εγώ πληρώνω περισσότερο φόρο από τον κ. Γεωργιάδη και άποψή μου είναι ότι ο ίδιος δεν πρέπει να απολαμβάνει πλήρη ελευθερία του λόγου, τότε πρέπει να αποσιωπηθεί, αφού η ελευθερία του λόγου δεν είναι απόλυτο και φυσικό δικαίωμα, αλλά εξαγοράσιμο αγαθό, ή εν πάσει περιπτώσει επίκτητο αγαθό αναλόγως συμμετοχής στην αγορά εργασίας.

Θέση 3: “Τα δικαιώματα σας δεν τα αποκτάτε με τη γέννηση σας, αλλά μετά που θα εργαστείτε για αυτά”. Όμως, το σύστημα παραγωγής κεφαλαίου, που κατά τα φαινόμενα, εκθειάζει ο ίδιος, χρειάζεται πολιτική σταθερότητα και υποδομές για να λειτουργήσει, με τα ανθρώπινα δικαιώματα να συνεισφέρουν και να προϋποτίθενται για τη διατήρηση της σταθερότητας της αγοράς. Συνέπεια: Η κατάργηση των αγαθών αυτών ως δικαιωμάτων, θα οδηγήσει στην κατάρρευση της αγοράς εργασίας. Δεν γίνεται η πηγή των δικαιωμάτων να είναι η εργασία και την ίδια ώρα η αγορά εργασίας να εξαρτάται από την ύπαρξη αυτών των δικαιωμάτων.

Θέση 4: Η ατομικιστική προσέγγιση ότι κάθε άτομο δικαιούται πρόσβαση σε αγαθά μόνο εάν πληρώνει για αυτά και ότι οι υπόλοιποι βασίζονται στην μεγαλοψυχία εκείνων που πληρώνουν, προϋποθέτει ίση κατανομή πλούτου και ευκαιριών. Συνέπεια της ατομιστικής προσέγγισης, δεδομένης της συσσώρευσης πλούτου στα χέρια όλο και λιγότερων ανθρώπων, είναι ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι θα είναι στο έλεος της προνομιούχας οικονομικής ελίτ του 1%. Αποτέλεσμα του συλλογισμού του Δ.Γ. είναι η νομιμοποίηση ενός καθεστώτος βασιλείας ή δουλείας, όπου απόλυτα δικαιώματα έχουν μόνο εκείνοι που κατέχουν τον περισσότερο πλούτο, με τους υπόλοιπους να εξαρτώνται από αυτούς για την παροχή βασικών αγαθών.

Θέση 5: Οι γονείς έχουν δικαιώματα ως φορολογούμενοι και τα παρέχουν στα παιδιά τους. Συνέπεια: τα παιδιά μη εχόντων, ή παιδιά χωρίς γονείς, δεν δικαιούνται πρόσβαση σε παιδεία και υγεία, αφού η πρόσβαση αυτή δεν είναι προνόμιο παρά μόνο προϊόν ελεημοσύνης εκείνων που παράγουν κεφάλαιο. Συνέπεια: ελλείψει καλής θέλησης των εχόντων, παιδιά χωρίς (εργαζόμενους) γονείς δεν δικαιούνται πρόσβαση στις υποδομές της παιδείας και της υγείας.

Θέση 6: Ο Δ.Γ. βάζει παιδιά και γονείς στο ίδιο καζάνι, ισχυριζόμενος ότι αφού τα παιδιά δεν πληρώνουν φόρους όπως οι γονείς, δεν έχουν καθόλου δικαιώματα. Άρα συγκρίνει ανεξάρτητους και αυτάρκεις ενήλικες, με άτομα των οποίων η ηλικία τα καθιστά μη αυτόνομα και εξαρτώμενα. Η προσέγγισή του παραπέμπει στον τρόπο αντιμετώπισης των παιδιών ως “μικρούς ανθρώπους” ο οποίος είναι αναχρονιστικός και έχει ξεπεραστεί εδώ και δεκαετίες από την αναπτυξιακή ψυχολογία. Συνέπεια: εξαρτώμενα άτομα δεν έχουν δικαιώματα—δηλαδή εκείνοι που για ηλικιακούς, φυσικούς ή νοητικούς λόγους, δεν μπορούν να συμμετέχουν στην αγορά εργασίας, δεν έχουν δικαιώματα ως άτομα και εξαρτώνται εξ ολοκλήρου στην ελεημοσύνη των υπολοίπων.

Θέση 7: Ότι η παιδεία και η υγεία μπορούν να λειτουργήσουν δίκαια και αποτελεσματικά χωρίς την ανάμειξη του κράτους ως μεσάζοντα και παροχέα αγαθών. Παρόλα αυτά, υπάρχουν κάποια αγαθά τα οποία αν δεν μεσολαβήσει το κράτος δεν παράγονται και δεν καταναλώνονται σε επαρκή επίπεδα. Η παιδεία και η υγεία είναι δυο από αυτά. Οι συνέπειες της υπο-κατανάλωσης τέτοιων αγαθών οδηγούν στο πρόβλημα 4, της συσσώρευσης πλούτου (και άρα δικαιωμάτων) στα χέρια όλο και λιγότερων ανθρώπων και στην υποτίμηση του επιπέδου παιδείας και υγείας ολόκληρης της κοινωνίας.

Κλείνοντας, αξίζει να σημειωθεί ότι το άρθρο του κ. Γεωργιάδη πρέπει να θεωρηθεί ως άκρως προβληματικό ανεξαρτήτως της άποψης που έχει ο καθένας για το αν πρέπει ή όχι οι μαθητές να πληρώνουν για τη μεταφορά τους στα σχολεία. Το πρόβλημα του άρθρου έγκειται στην απαράδεκτη λογική του, ότι δηλαδή φταίνε τα παιδιά και η νοοτροπία των κεκτημένων ανθρωπίνων δικαιωμάτων για τα κακώς κείμενα που περνά η χώρα. Είναι απαράδεκτο ένας οικονομικός διευθυντής μιας από τις πιο γνωστές εφημερίδες του τόπου, να επιχειρηματολογεί συνειδητά εναντίον των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως διασφαλίζονται από τον ΟΗΕ. Στην ιστοσελίδα της UNESCO αναφέρεται χαρακτηριστικά: “η εκπαίδευση είναι θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα και ουσιαστικό για την εξάσκηση όλων των υπόλοιπων ανθρώπινων δικαιωμάτων. Προωθεί την ατομική ελευθερία και ενδυνάμωση και αποδίδει σημαντικά αναπτυξιακά οφέλη. Ωστόσο, εκατομμύρια παιδιά και ενήλικες παραμένουν στερούμενοι εκπαιδευτικών ευκαιριών, πολλοί ως αποτέλεσμα της φτώχιας” (μετάφραση: Ζήνωνας Τζιάρρας).

Το κείμενο γράφτηκε από τον Γιώργο Ιορδάνου (PhD Cand., University of Warwick) βασισμένο στις ιδέες που προέκυψαν από τη συζήτηση με τους Ζήνωνα Τζιάρρα (PhD Cand., University of Warwick), Ελένη Χριστοδούλου (PhD Cand., University of Birmingham), Χρίστο Χατζηιωάννου (PhD Cand., University of Sussex) και Πάρι Αλέξανδρο Πελεκάνο (Chartered Tax Advisor), οι οποίοι συνυπογράφουν το άρθρο.