Την ώρα που η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας σωπαίνει μπροστά στη συνεχιζόμενη γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού από το κράτος του Ισραήλ, οι Κύπριοι αδιαφορούν ετοιμαζόμενοι να καταδικάσουν την τουρκική εισβολή και τον εποικισμό στις επικείμενες επετείους δημιουργίας και συντήρησης πολιτικών καριέρων. 

Οι νεοφιλελεύθεροι του τόπου είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Οι υποστηρικτές του κυβερνώντος ΔΗΣΥ χωρίζονται σε δυο τμήματα: εκείνους της σκληρής γραμμής (ας μην τους χαρακτηρίσουμε υποστηρικτές του βαθέως ΔΗΣΥ) όπως εκφράζεται για παράδειγμα από τους Χριστοφόρου, Θεμιστοκλέους, Θεοχάρους και Σαμψών και εκείνους της ανανεωτικής γραμμής (ας μην τους αποκαλέσουμε προοδευτικούς), των οποίων οι θέσεις εκφράζονται από τον Στυλιανίδη, τη Ξένια Κωνσταντίνου και άλλα συμπαθητικά στελέχη και υποστηρικτές όπως για παράδειγμα ο Στροβολιώτης. Προσωπικά με ενδιαφέρει το δεύτερο — το ανανεωτικό — ΔΗΣΥ γιατί το θεωρώ καταλύτη στη διαδικασία λύσης του Κυπριακού (σε συνεργασία με το ΑΚΕΛ). Εξού, λοιπόν, και το ενδιαφέρον μου για το εν λόγω μειοψηφικό και (ελπίζω προσωρινά) αποδεκατισμένο ανανεωτικό τμήμα του ΔΗΣΥ. 

Παρακολουθώντας τους υποστηρικτές της ανανεωτικής τάσης του ΔΗΣΥ, των προοδευτικών δεξιών μου φίλων δηλαδή, αρχικά έμεινα άναυδος από τα σχόλια τους για τη δολοφονία των τριών Ισραηλινών παιδιών και μετά θύμωσα με τον εαυτό μου που συνεχίζει να εκπλήσσεται κάθε φορά που βρίσκεται αντιμέτωπος με τις προβλέψιμες αντιφάσεις των εγχώριων νεοφιλελευθέρων. Οι δεξιοί προοδευτικοί μου φίλοι αρκέστηκαν στην καταδίκη της βίας από όπου κι αν προέρχεται, σωπαίνοντας απέναντι στον εποικισμό, τον αποκλεισμό ενός ολόκληρου λαού και την επίταξη των μηχανισμών ενός πανίσχυρου κράτους για σκοπούς προπαγάνδας και κατασκευής αισθήματος εθνικής υπεροχής, τη δοκιμή οπλικών συστημάτων πάνω σε αμάχους και τη συνεχιζόμενη γενοκτονία απέναντι στους Παλαιστινίους, στα πλαίσια της προσπάθειας αφανισμού τους.

Ο θάνατος αμάχων και ιδιαίτερα παιδών είναι τραγικό γεγονός ανεξαρτήτως θύτη, συνθηκών, εθνικότητας, θρησκείας κτλ. Κανένα παιδί δεν αξίζει να πεθάνει και σε κανένα γονιό δεν εύχομαι να βιώσει τέτοια απώλεια. Τρέφω μια ιδιαίτερη φοβία απέναντι στους ανθρώπους που ισχυρίζονται ότι ο Θεός τους μπορεί να δικαιολογήσει το θάνατο παιδιών. Στην ίδια βάση αποστρέφομαι τη διαστροφική λογική εξτρεμιστών που ισχυρίζονται ότι καλά έπαθαν τα Ισραηλινά παιδιά τα οποία άξιζαν να πεθάνουν λόγω της ευθύνης των γονιών τους. Ο θάνατος και έλλειψη ανθρωπιάς δυστυχώς δεν κάνουν ιδεολογικές ή άλλες διακρίσεις.

Εντούτοις, ο αποτροπιασμός απέναντι στο θάνατο των τριών παιδιών δεν δικαιολογεί την απόδοση του ιδίου μεριδίου ευθύνης στις δυο πλευρές, γι’ συτό ο ισχυρισμός ότι οι Ισραηλινοί και οι Παλαιστίνιοι προκαλούν την ίδια ένταση πόνου, μιζέριας και αισθήματος ανασφάλειας δεν μπορεί να τεκμηριωθεί με αφορμή το θάνατο των τριών παιδιών. Η τραγικότητα του θανάτου των παιδιών δε δικαιώνει τον εποικισμό, τον αποκλεισμό ενός ολόκληρου λαού, την έλλειψη υψηλού επιπέδου υποδομών υγείας και παιδείας και τη συνεχιζόμενη απειλή μιας στρατιωτικής υπερδύναμης υποστηριζόμενης από την Αμερικανική εξωτερική πολιτική και στρατιωτική βιομηχανία. Το πάνοπλο και πλούσιο Ισραήλ που προβαίνει σε συχνές δολοφονίες αμάχων σε μαζική κλίμακα δεν μπορεί να εξισωθεί με τους Παλαιστινίους που μεταφέρουν όπλα και φάρμακα από λαγούμια, έχοντας εκδιωχθεί με τη βία από τη γη τους. Παρόλη τη γραφικότητα της βιβλικής αναφοράς, η σύγκριση των δυο πλευρών θυμίζει την ιστορία του Δαβίδ και του Γολιάθ.

Οι δολοφονίες αμάχων δεν μπορούν να δικαιολογηθούν. Την ίδια όμως ώρα ο θάνατος των τριών παιδιών δεν αλλάζει τις πολιτικές και στρατιωτικές πραγματικότητες της περιοχής. Η καταδίκη της βίας απ’ όπου κι αν προέρχεται είναι η πρώτη αντίδραση, η οποία χρήζει καταλογισμού ευθυνών στο Ισραήλ ως τον ηθικό αυτουργό της βίας, αλλιώς νομιμοποιεί τον εποικισμό και τη δολοφονία πολλαπλάσιου αριθμού αμάχων από το επίσημο κράτος του Ισραήλ.